αντιμεσουράνησις

αντιμεσουράνησις
ἀντιμεσουράνησις, η (Α)
το να βρίσκεται ο ήλιος στους αντίποδες του σημείου που μεσουρανεί κατά το μεσημέρι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ἀντιμεσουρανήσεως — ἀντιμεσουρανήσεω̆ς , ἀντιμεσουράνησις occupation of the opposite meridian fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”